Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Γιατί συλλαβίζει ακόμα;-Η δυσαναγνωσία

Ένα παιδί ακόμη από την ηλικία των 2 χρόνων προσποιείται ότι διαβάζει. Παίρνει ένα βιβλίο στα χέρια του και μιμείται το τρόπο που διαβάζουν οι “μεγάλοι”. Αυτό συμβαίνει γιατί η ανάγνωση περικλείεται από το κύρος μιας κοινωνικά καταξιωμένης δραστηριότητας. Όλοι διαβάζουν κάτι: μια συνταγή, ένα βιβλίο, τους υπότιτλους μιας ταινίας, τις πινακίδες στο δρόμο, τις ετικέτες των προϊόντων στο Super Market, μια σελίδα στο internet. Η ικανότητα της ανάγνωσης αντιμετωπίζεται ως μια αυτονόητη δεξιότητα που όλοι οι άνθρωποι έχουν κατακτήσει από μια ηλικία και μετά. Γιατί όμως κάτι που για τα περισσότερα παιδιά κερδίζεται εύκολα και γρήγορα για κάποια άλλα μοιάζει δύσκολο ή και ακατόρθωτο;



Μια γυναίκα 40 χρονών, παντρεμένη με δυο παιδιά, επισκέφθηκε μία λογοθεραπεύτρια και της ζήτησε το αυτονόητο: να τη μάθει να διαβάζει. Σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής της, που απειλούνταν το σπίτι της με πλειστηριασμό, χρειάστηκε να δουλέψει για πρώτη φορά, σε ένα κατάστημα τροφίμων. Αργούσε να τοποθετήσει τα προϊόντα στα ράφια ή τα τοποθετούσε λάθος, γιατί δεν μπορούσε να διαβάσει σωστά τις ετικέτες και άρα να τα ταξινομήσει σωστά. Επειδή, φοβόταν ότι θα την ανακαλύψουν και θα χάσει τη δουλειά της αποφάσισε να ξεπεράσει την ντροπή που ένιωθε και να κάνει κάτι για αυτό. Η δυσαναγνωσία της αντιμετωπίστηκε.



Πώς είναι η ανάγνωση ως διαδικασία;

Με την ανάγνωση μετατρέπεται ο γραπτός λόγος σε προφορικό. Στην ουσία λοιπόν είναι μια αποκωδικοποίηση των συμβόλων/σημείων (γράμματα) που έχουμε αποτυπώσει στο χαρτί στα αντίστοιχα φωνήματα (ήχοι της γλώσσας). Έτσι για παράδειγμα όταν βλέπουμε το α γνωρίζουμε ότι αντιστοιχεί σε έναν συγκεκριμένο ήχο στην ελληνική γλώσσα και αυτόν θα αναπαράγουμε, όταν βλέπουμε τη λέξη μήλο μπορούμε να αναγνωρίσουμε τις μορφές των γραμμάτων, να τις συνθέσουμε και να προφέρουμε τη λέξη. Οι ήχοι της γλώσσας συνδυάζονται μεταξύ τους για να δώσουν λέξεις που αυτές σε μια λογική σειρά δίνουν προτάσεις οι οποίες συντάσσουν ένα κείμενο. Το κείμενο μεταφέρει πληροφορίες, ιδέες, σκέψεις, μηνύματα. Αποκαλύπτεται λοιπόν και η χρησιμότητα της ανάγνωσης που δεν είναι άλλη απο το να γίνουν κατανοητά στον αναγνώστη τα νοήματα που μεταφέρει ένα κείμενο.

Επομένως για να είναι η ανάγνωση αποτελεσματική χρειάζονται δυο προυποθέσεις: α) να γίνεται αναγνώριση της μορφής της λέξης ώστε να αναπαραχθεί προφορικά και β) να γίνεται κατανοητή η σημασία της ώστε να οδηγήσει στην κατανόηση της πρότασης και άρα του κειμένου.

Ως “καλός αναγνώστης” λοιπόν χαρακτηρίζεται ένα παιδί που σε ένα κείμενο, κατάλληλο για το αναπτυξιακό και γνωστικό στάδιο στο οποίο βρίσκεται, μπορεί να ανταπεξέλθει στο “τεχνικό κομμάτι” της ανάγνωσης δηλαδή:

  • να έχει καλή ροή στο λόγο του όσο διαβάζει
  • να αυτοδιορθώνεται σε περίπτωση λάθους αναπαραγωγής μιας λέξης
  • να ολοκληρώνει την ανάγνωση σε ένα ικανό χρόνο
  • να χρωματίζει τη φωνή του σύμφωνα με το ύφος του κειμένου
  • να τονίζει τις λέξεις σωστά

και παράλληλα να εμφανίζει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της ανάγνωσης:

  • να αναπαράγει τη κεντρική ιδέα του κειμένου που διαβάζει
  • να είναι σε θέση να ερμηνεύσει αυτά που διαβάζει ανακαλώντας τη προηγούμενη γνώση που έχει για το θέμα
  • να διαμορφώσει μια προσωπική άποψη για το κείμενο που διάβασε



Τι είναι η δυσαναγνωσία;


Όπως όλες οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, αναφέρεται σε παιδιά με φυσιολογική νοημοσύνη και κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι η εκδήλωση αυτής της αδυναμίας αντιμετωπίζεται ως μη αναμενόμενο γεγονός. Αποτελεί κατηγορία των μαθησιακών δυσκολιών και εστιάζεται στη δυσκολία της αναγνωστικής ικανότητας αλλά και της προφορικής απόδοσης αυτών που έχουν διαβαστεί.



Σύμφωνα με το DSM-IV, η ειδική μαθησιακή δυσκολία στην ανάγνωση χαρακτηρίζεται από μειωμένη επίδοση του παιδιού στην ακρίβεια, την ταχύτητα ή την κατανόηση αυτού που διαβάζει. Οι δυσκολίες εντοπίζονται όταν το παιδί διαβάζει φωναχτά ή από μέσα του.



Η ειδική μαθησιακή δυσκολία στην ανάγνωση δεν έχει σχέση με νοητική υστέρηση, με οπτική, ακουστική, κινητική ανεπάρκεια ή κάποιου είδους συναισθηματική διαταραχή, καθώς και με οποιασδήποτε μορφή περιβαλλοντικής, πολιτισμικής και οικονομικής μειονεξίας. Εμφανίζεται συχνότερα στα αγόρια με συχνότητα εμφάνισης 4 αγόρια-1 κορίτσι και παρατηρείται σε όλους τους πολιτισμούς που έχουν γραπτή γλώσσα.



Τα σημάδια που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το παιδί μας έχει δυσκολία στην ανάγνωση είναι:



  • έντονο κόμπιασμα και παύσεις
  • επαναλαμβάνει γράμματα ή συλλαβές των λέξεων
  • διαβάζει λάθος τις λέξεις και δεν αυτοδιορθώνεται
  • χάνει τη σειρά του κειμένου
  • δυσκολεύεται στην ανάγνωση πολυσύλλαβων ή ασυνήθιστων λέξεων
  • παραλείπει, μεταθέτει, προσθέτει, γράμματα ή συλλαβές ή λέξεις πχ. τηγανηστό αντι για τηγανητό
  • δεν έχει κατανοήσει πλήρως τη λέξη ή πρόταση ή κείμενο μετά την ανάγνωση του
  • συλλαβίζει
  • δυσκολεύεται να διαβάσει ακόμα και λέξεις που έχει δει πολλές φορές
  • ο χρόνος ολοκλήρωσης της ανάγνωσης είναι μακρύς
  • δε χρωματίζει το λόγο του ανάλογα με το ύφος του κειμένου
  • ο λόγος του είναι επίπεδος χωρίς να εμφανίζονται τα σημεία στίξης κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης
  • τονίζει λάθος τις λέξεις
  • αδυνατεί να αναπαράγει τη κεντρική ιδέα του κειμένου
  • αδυναμία να ερμηνεύσει αυτά που διάβασε σύμφωνα με αυτά που ήδη γνωρίζει για το θέμα
  • αδυναμία να διαμορφώσει άποψη για αυτό που διάβασε



Μπορεί να παρατηρηθούν και κάποια πρόσθετα ποιοτικά χαρακτηριστικά που συνοδεύουν παιδιά με μαθησιακά προβλήματα. Τέτοια είναι: η διάσπαση προσοχής, δυσκολίες στο να ξεκινήσει και να ολοκληρώσει μια εργασία, απροσεξία, αδεξιότητα, ξεχνάει εύκολα τα πράγματα του και τις υποχρεώσεις του.



Τα αίτια που την προκαλούν


Η αιτιολογία της δυσαναγνωσίας δεν είναι σαφής όπως συμβαίνει και με την πλειοψηφία των ειδικών μαθησιακών δυσκολιών. Οι έρευνες καταλήγουν σε δυσλειτουργία ή σε ατελή αντιληπτική ικανότητα του εγκεφάλου στην αποκωδικοποίηση των λεκτικών ερεθισμάτων. Ως επιβαρυντικοί παράγοντες εμφανίζονται η κληρονομικότητα, αλλά και το ακατάλληλο οικογενειακό ή/και σχολικό περιβάλλον.



Πως αντιμετωπίζεται η δυσαναγνωσία


Είναι γεγονός λοιπόν ότι ένα έξυπνο και ικανό παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να διαβάσει χωρίς λάθη έστω και ένα απλό και σύντομο κείμενο. Όταν υπάρχουν τέτοιες υποψίες θα πρέπει σύντομα να γίνει διάγνωση και η κατάλληλη παρέμβαση με ένα εξατομικευμένο ειδικό πρόγραμμα παρέμβασης που θα καταρτιστεί με γνώμονα τις ιδιαίτερες του παιδιού. Η έγκαιρη αντιμετώπιση τέτοιων δυσκολιών αποτελεί σημαντικό παράγοντα βελτίωσης της επίδοσης του παιδιού αλλά και της εικόνας που έχει για τον εαυτό του. Μη διστάζετε να ζητήσετε τη βοήθεια κάποιου ειδικού.