α) δεν υπάρχει διάθεση για επικοινωνία
β) ο λόγος μπορεί να μην αναπτυχθεί ή να
χρησιμοποιούνται μεμονωμένες λέξεις
γ) αδυνατούν να ξεκινήσουν οι ίδιοι μια συζήτηση
ενώ επίσης δυσκολεύονται να τη διατηρήσουν και να μείνουν εντός θέματος
δ) συχνό είναι το φαινόμενο της ηχολαλίας
(επανάληψη αυτών που έχουν ακούσει), η αντιστροφή της προσωπικής αντωνυμίας (χρησιμοποιούν
το τρίτο πρόσωπο όταν αναφέρονται στον εαυτό τους)
ε) χρησιμοποιούν ακατάλληλες λέξεις ενώ δε
συνοδεύουν το λόγο τους με χειρονομίες ή με κατάλληλους μορφασμούς του προσώπου
στ) το παιχνίδι τους μπορεί να είναι μονότονο ενώ
δυσκολίες ίσως εμφανίζονται στο συμβολικό παιχνίδι και στην κοινωνική μίμηση.
Τέλος,
ορισμένες γενικότερες
συμπεριφορές που ίσως σας κινήσουν το ενδιαφέρον περιλαμβάνουν:
α) έντονη ενασχόληση ή ακόμα και ύπαρξη εμμονών με
κάποιο συγκεκριμένο θέμα (ζώα, διάστημα κ.α.)
β) επιθυμία για ρουτίνα ενώ οι όποιες αλλαγές ή
παρεμβάσεις στην καθημερινότητά τους ίσως επιφέρουν έντονη αναστάτωση
γ) στερεοτυπική συμπεριφορά ( μπορεί να αφορά κινήσεις του σώματος ή διάφορα αντικείμενα), περπάτημα
στις μύτες των ποδιών ή υπερβολική αντίδραση σε ορισμένους ήχους
δ) αυτοκαταστροφικές ή ακραίες συμπεριφορές
ε) έντονες φοβίες σχετικά με καθημερινά
αντικείμενα, διαταραχές του ύπνου, της διατροφής ή επιθετικότητα
στ)
υπερκινητικότητα ή διάσπαση
προσοχής.
Γονείς και εκπαιδευτικοί:
Οι γονείς
αλλά και οι εκπαιδευτικοί
ενδέχεται να δυσκολευτούν στην επιλογή του σημείου ή των σημείων, στα οποία θα
πρέπει να εστιάσουν την προσοχή τους, εξαιτίας της πολυπλοκότητας της
διαταραχής.
Ενδέχεται να επιθυμούν να δουν αλλαγές
θεαματικές και μάλιστα σε μικρό χρονικό περιθώριο, θα είναι όμως σε θέση να
επιλέξουν με σωστά κριτήρια από πού θα ξεκινήσουν και ποιοι θα πρέπει να είναι
οι στόχοι για την καλύτερη εξέλιξη και τη βελτίωση του παιδιού…;
Οι γονείς θα πρέπει να είναι ανοιχτοί και να ενθαρρύνονται
ώστε να συζητούν για τη συμπεριφορά και τη διαφορετικότητα του τρόπου ζωής του παιδιού
τους σε όλα τα περιβάλλοντα (οικογενειακό, κοινωνικό, σχολικό).
Σημαντικό σε αυτά τα παιδιά είναι να διδαχτούν κοινωνικά
πρότυπα συμπεριφοράς ώστε να μπορέσουν να φερθούν ανάλογα σε όποια περίσταση.
Θα πρέπει επίσης να κατανοήσουν πως οι πραγματικές
ανάγκες των παιδιών αυτών είναι πολύ πιο σημαντικές από τις δικές τους. Για
αυτό το λόγο δε πρέπει να εστιάσουν στην εξέλιξη ενός και μόνο τομέα – τον οποίο
οι ίδιοι θεωρούν σημαντικό αλλά ίσως να μην ισχύει για το παιδί τους- για
παράδειγμα την ανάπτυξη της ομιλίας, αλλά να κατευθύνουν το ενδιαφέρον τους
στις πραγματικές ανάγκες του παιδιού.
Οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον οφείλουν
να συνεργαστούν στην επιλογή αλλά και τη διεκπεραίωση των στόχων που θα τεθούν.
Η συμπεριφορά και οι κανόνες και στα δυο πλαίσια θα πρέπει να είναι
πανομοιότυποι.
Τα παιδιά αυτά όπως όλοι οι άνθρωποι έχουν ανάγκες
και ενδιαφέροντα αλλά πάνω από όλα έχουν ορισμένες δυσκολίες. Αν καταφέρουμε να
ανακαλύψουμε τι είναι αυτό που επιθυμούν και αυτό που τους αρέσει και
κατανοήσουμε αυτές τις δυσκολίες, θα καταφέρουμε να τα εντάξουμε και να τα
διδάξουμε με βάση τα δικά τους κριτήρια και επιθυμίες και τα αποτελέσματα θα
είναι σίγουρα θετικά και επιθυμητά.
Συνεργασία με τους ειδικούς:
Γονείς και εκπαιδευτικοί οφείλουν να υιοθετήσουν τη στάση του «συνθεραπευτή» σε σχέση με τους ειδικούς
(δηλαδή τη διεπιστημονική ομάδα). Η
συνεργασία θα στηρίζεται στις πληροφορίες και τις συμβουλές που θα δοθούν από
τους ειδικούς, όσον αφορά την κατάσταση του παιδιού, τις ανάγκες, τους στόχους
και τους τρόπους αντιμετώπισης.
Οι εκπαιδευτικοί θα συνεργαστούν επίσης με τους
ειδικούς για τον τρόπο μάθησης του παιδιού. Σκόπιμο είναι να υπάρχει ενημέρωση
και ως προς τους συμμαθητές, οι οποίοι και αυτοί με το δικό τους τρόπο και τις
δικές τους ιδέες ίσως συμβάλλουν στη βελτίωση και την αποτελεσματικότερη
εξέλιξη του παιδιού.
Όσον αφορά τη συνεργασία των γονέων θα πρέπει να
στηρίζεται και στις δυο πλευρές, εφόσον οι γονείς είναι ειδικοί σχετικά
με τα παιδιά τους, αλλά οι ειδικοί είναι εκείνοι που μπορούν να προτείνουν τους
στόχους και γνωρίζουν καλύτερα τον τρόπο
για την άμεση και αποτελεσματική
επέμβαση και αποκατάσταση των δυσκολιών του παιδιού.
Θα πρέπει
να υπάρχει κοινή στοχοθεσία, η οποία θα συνεχίζεται και στο περιβάλλον
του σπιτιού, σχετική με καθημερινές δεξιότητες και καθημερινές ανάγκες του
παιδιού, ώστε να επιτευχθεί η λειτουργικότητα του, που θεωρείται βασικός στόχος
σε αυτά τα παιδιά.
Αν οι γονείς επιλέξουν να δραστηριοποιηθούν και να
μεταφέρουν τις μεθόδους και τον τρόπο λειτουργίας του θεραπευτικού προγράμματος
στο σπίτι, τότε η επιτυχία του θα είναι σίγουρα μεγαλύτερη και ταχύτερη, ενώ επίσης
θα πραγματοποιηθεί η γενίκευση των θεραπευτικών στόχων.
Η στάση των γονέων οφείλει να είναι ενεργητική και
δραστήρια. Να ρωτήσουν για όποιες απορίες και για αυτά που τους απασχολούν και
να ξαναρωτήσουν αν κάτι δεν είναι κατανοητό. Να διατυπώσουν τα αιτήματά τους,
να είναι τυπικοί και συνεπείς και να ζητήσουν τη στήριξη και την υποστήριξη των
ειδικών.
Η πορεία
και η εξέλιξη ενός παιδιού με αυτισμό δε μπορεί να καθοριστεί. Η διάθεση για
βοήθεια, η έγκαιρη διάγνωση και η συνεργασία είναι βασικοί σύμμαχοι στην
καλύτερη αποκατάσταση και την επιτυχημένη πορεία του παιδιού με αυτισμό.